Είναι ‘’ τεμπέλης’’ ή έχει μαθησιακές δυσκολίες ;

Ο γιος μου φοιτά στη Γ΄ δημοτικού. Είμαστε, δηλαδή, στα μέσα του Δημοτικού, μα η ανάγνωσή του παραμένει αργή. Πολλές φορές, μάλιστα, διστάζει να διαβάσει. Στη γραφή, επίσης, παρουσιάζει δυσκολίες. Όλο και κάτι λείπει, γράμμα, συλλαβή  και η έκθεση δεν είναι κάτι εύκολο γι’ αυτόν. Ως γονέας είμαι συνεχώς μαζί του. Διαβάζουμε πολλές ώρες, αλλά τα αποτελέσματα της επίδοσής του μας απογοητεύουν. Χάνω την ψυχραιμία μου και την υπομονή μου αρκετές φορές. Κουράζομαι, του φωνάζω, γκρινιάζω  συχνά, μα δυστυχώς οι δυσκολίες  παραμένουν .

 

Μήπως, τελικά, το παιδί μου δεν είναι  απλά ‘’τεμπέλης’’,  ‘’απρόσεκτος ‘’, αλλά έχει κάποιες συγκεκριμένες δυσκολίες;;

 

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονη συζήτηση για την ύπαρξη ή όχι των μαθησιακών δυσκολιών. Πολλοί τολμούν να μιλούν για «βιομηχανία διαγνώσεων μαθησιακών δυσκολιών», χωρίς να έχουν προσδιορίσει το τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες και χωρίς να έχουν επεξεργαστεί τη διαφοροποίηση των εννοιών: Τι σημαίνει δυσκολίες μάθησης και τι μαθησιακές δυσκολίες.

Η επιστημονική βιβλιογραφία προσδιορίζει την ειδοποιό διαφορά που σχετίζεται με τον βαθμό δυσκολιών και το πόσο επηρεάζει συγκεκριμένους τομείς ανάπτυξης (Πολυχρόνη, 2011). Υπογραμμίζεται, λοιπόν, ότι οι δυσκολίες μάθησης αποτελούν μία γενική κατηγορία, ενώ οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν μία υποκατηγορία τους.

Ο ορισμός των μαθησιακών δυσκολιών μπορεί να προσδιορίσει, με τον καλύτερο τρόπο, τα χαρακτηριστικά των παιδιών που παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες και να αναδείξει τη διαφορά τους από τα παιδιά που εμφανίζουν δυσκολίες μάθησης.

 

«Οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας όρος ο οποίος αναφέρεται σε μια ετερογενή ομάδα διαταραχών, που εκδηλώνονται με σοβαρές δυσκολίες στην πρόσκτηση και τη χρήση του λόγου, την ανάγνωση, τη γραφή, τη λογική σκέψη και τα μαθηματικά. Αυτές οι διαταραχές είναι εγγενείς. Θεωρείται ότι οφείλονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος και ενδέχεται να εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου» (Πολυχρόνη, 2011)

 

     Γίνεται κατανοητό, λοιπόν, ότι οι μαθησιακές δυσκολίες σχετίζονται με δυσκολίες σε συγκεκριμένους αναπτυξιακούς τομείς, οι οποίοι συνδέονται με ακαδημαϊκές ικανότητες (γραφή, ανάγνωση, ορθογραφία..).Οι δυσκολίες είναι εγγενείς και παραμένουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Συνυπάρχει απόκλιση ανάμεσα στον προφορικό και γραπτό τους λόγο, στοιχείο που σχετίζεται άμεσα με τη διαδικασία της αξιολόγησής τους και την επίδοσή τους.

Συμπερασματικά, μπορεί να γίνει μία διάκριση στην παρουσία δυσκολιών μάθησης και στην ύπαρξη μαθησιακών δυσκολιών με γνώμονα α)τη μορφή των δυσκολιών σε βασικούς τομείς ανάπτυξης, β)τη διάρκεια και γ) τον βαθμό που επηρεάζει τη λειτουργικότητά τους. Μέσα από την παρατήρηση, την καταγραφή και την αξιολόγηση οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και το υποστηρικτικό περιβάλλον μπορούν να διερευνήσουν την ύπαρξη ή μη των μαθησιακών δυσκολιών.

 

Οι μαθησιακές δυσκολίες:

  • Είναι διαταραχές που εμποδίζουν την κατανόηση και χρησιμοποίηση του προφορικού ή του γραπτού λόγου
  • Οφείλονται σε νευρολογικές δυσλειτουργίες
  • Μπορεί να εκδηλώνονται σε άτομα μετρίου ή υψηλού πνευματικού επιπέδου, τα οποία εμφανίζουν σοβαρό χάσμα ανάμεσα στο τι φαίνεται ότι μπορούν να αποδώσουν και αυτό που τελικά αποδίδουν
  • Είναι διαφορές στον τρόπο μάθησης και όχι αδυναμία ή ανικανότητα μάθησης (Αθανασιάδη, 2001) .

Το ελληνικό σύστημα γραφής απαιτεί από τον αναγνώστη να έχει συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι τα γράμματα αναπαριστούν φωνήματα.

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΓΟΝΙΟΣ;

Να γνωρίσει, συνειδητοποιήσει και αποδεχτεί πού δυσκολεύεται το παιδί του. Πρέπει:

  • Να ζητήσει τη βοήθεια ειδικού λογοθεραπευτή αν το παιδί παρουσιάζει καθυστέρηση στον λόγο ή προβλήματα με τη σύνταξη, που καθιστούν δύσκολη την επικοινωνία και την κατανόηση.
  • Να πάει το παιδί για εξέταση σε οφθαλμίατρο και ωτορινολαρυγγολόγο, για να ελεγχθούν πιθανά προβλήματα με την ακοή ή την όραση.
  • Να επιμένει στην ανάγνωση και εξοικείωση του παιδιού με τα βιβλία και το περιεχόμενο τους.

Η δυσλεξία δεν είναι αρρώστια. Είναι διαφορετικός τρόπος επεξεργασίας πληροφοριών και κατά συνέπεια, δεν υπάρχει μαγικό φάρμακο θεραπείας. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε, όμως, είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποφύγουν τις αποτυχίες στο διάβασμα και στο γράψιμο, που τόσο συχνά συνδέονται με τη δυσλεξία. Οι σωστές μέθοδοι, που περιλαμβάνουν τα στοιχεία τα οποία αναφέραμε προηγουμένως, χρειάζονται χρόνο για να επιφέρουν αποτελέσματα. Ένα έως τρία χρόνια, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης και τη διάρκεια των ενισχυτικών μαθημάτων, είναι το μικρότερο διάστημα που χρειάζεται ένα παιδί για να φτάσει στο φυσιολογικό για την ηλικία του επίπεδο.

Προσοχή, δεν έχουν μαθησιακές δυσκολίες όλοι οι μαθητές που δυσκολεύονται στο σχολείο ή σε επιμέρους γνωστικά αντικείμενα!

Δεν παράγονται προϊόντα μαθησιακών δυσκολιών, όπως υποστηρίζουν κάποιοι, μέσα από τη λεγόμενη δική τους βιομηχανία μαθησιακών δυσκολιών. Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες βρίσκονταν, βρίσκονται και θα βρίσκονται μέσα στις σχολικές τάξεις! Χρειάζεται να εντοπιστούν, να υποστηριχθούν και να τους δοθεί η δυνατότητα μέσα από εξατομικευμένα προγράμματα αποκατάστασης να βελτιώσουν τις δεξιότητες στους αναπτυξιακούς τομείς που υπολείπονται.

 

Η δυσλεξία είναι διαφορετικός τρόπος μάθησης, που απαιτεί διαφορετικό τρόπο διδασκαλίας.

Είναι απαραίτητη η έγκαιρη ενισχυτική αγωγή από ειδικευμένους εκπαιδευτικούς, γιατί:

Η διδασκαλία πρέπει:

  • Να είναι συστηματική και εντατική με συνεχείς επαναλήψεις
  • Να είναι σαφής και άμεση
  • Να περιλαμβάνει την ταυτόχρονη ενεργοποίηση των αισθήσεων (της όρασης, της ακοής και της αφής)
  • Να δίνει έμφαση στις διαδικασίες της σύνθεσης και της ανάλυσης.

 

Ας δώσουμε στους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, όλες τις ευκαιρίες που χρειάζονται για να δημιουργήσουν τη δική τους «βιομηχανία» στη ζωή!

 

 

Μάρθα Ι.Ηλιοπούλου

Ειδική Παιδαγωγός/Φιλόλογος

MA Special Education/B.T.E.C Edexcel

Μέλος Πανελλήνιας Ένωσης Ειδικών Παιδαγωγών

 

Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση