Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται σε μια ετερογενή ομάδα διαταραχών που εκδηλώνονται με σοβαρές δυσκολίες στην πρόσκτηση και τη χρήση του λόγου, της ανάγνωσης, της γραφής, της λογικής σκέψης κα των μαθηματικών.

Η «πρώτη επαφή» του παιδιού με το πρόβλημα των Μαθησιακών Δυσκολιών γίνεται μέσα στη σχολική τάξη. Ακόμα και για τους γονείς, αν και θα έπρεπε να έχουν εντοπίσει κάποιες ενδείξεις, η πρώτη μεγάλη δοκιμασία, είναι η πρώτη τάξη του Δημοτικού σχολείου. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η σχολική τάξη είναι ο καθρέφτης του πόσο μπορεί ή δε μπορεί να ανταποκριθεί ένα παιδί, στις γνωστικές απαιτήσεις του αναλυτικού προγράμματος.

Οι μαθησιακές δυσκολίες διακρίνονται σε ειδικές και γενικές μαθησιακές δυσκολίες. Στις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες το παιδί αντιμετωπίζει δυσκολίες σε μια συγκεκριμένη δεξιότητα, η οποία σχετίζεται με την επεξεργασία του γραπτού λόγου και έχει συνήθως οργανική βάση. Στις γενικές μαθησιακές δυσκολίες το παιδί εμφανίζει πιο βραδύ ρυθμό από το αναμενόμενο φυσιολογικό στην πρόσκτηση και τη χρήση διαφόρων δεξιοτήτων οι οποίες συνδέονται με την αποκωδικοποίηση και την κατανόηση του γραπτού λόγου και οι οποίες σχετίζονται με ενδογενείς (π.χ. χαμηλό νοητικό επίπεδο) ή/και εξωγενείς παράγοντες (πολιτισμικές διαφορές, ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία.

Στις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες έχουμε:

  • Δυσλεξία
  • Δυσαναγνωσία
  • Δυσγραφία
  • Δυσορθογραφία
  • Δυσαριθμησία

Αυτό που πρέπει να λαμβάνουμε πάντα υπόψη είναι ότι το άτομο που παρουσιάζει ειδικές μαθησιακές δυσκολίες έχει συνήθως νοημοσύνη μέσου όρου, ή πάνω από τον μέσο όρο. Παρόλα αυτά υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στο δυναμικό του ατόμου, τι θα μπορούσε δυνητικά να πετύχει, και στο τι πραγματικά πετυχαίνει στη ζωή του.

Η σωστή και έγκυρη διάγνωση σε συνδυασμό με μία ολοκληρωμένη αξιολόγηση μπορεί να προσφέρει τις βάσεις για την διαμόρφωση ενός στοχευμένου, δομημένου και εξατομικευμένου προγράμματος διορθωτικής αγωγής. Τα προγράμματα διορθωτικής αγωγής είναι εξατομικευμένα και προσαρμοσμένα στις ατομικές ανάγκες κάθε παιδιού, είναι συνδυαστικού τύπου και χρησιμοποιούν όλες τις σύγχρονες και εμπειρικά εφαρμόσιμες εκπαιδευτικές προτάσεις για τη διαδικασία της διορθωτικής αγωγής των μαθησιακών δυσκολιών.

Τα προγράμματα διορθωτικής αγωγής που εφαρμόζονται στο κέντρο μας έχουν τις ακόλουθες προϋποθέσεις :

  • Το πρόγραμμα και η εφαρμογή του έχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα (προσδιορίζεται από τις ατομικές ανάγκες του κάθε παιδιού).
  • Έχει σαφείς στόχους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους.
  • Κυρίαρχο ρόλο έχει ο μαθητής. Αυτός καθορίζει τα πάντα. Μάς δείχνει τον τρόπο της δράσης μας, το ρυθμό που θα ακολουθήσουμε στην παρέμβαση, τον χρόνο που θα διαρκέσει και βέβαια τη λήξη του. Βασικό στοιχείο είναι η αξιολόγηση του προγράμματος. Οι στόχοι και το όλο πρόγραμμα αξιολογείται από όλους τους συμμετέχοντες σε τακτικά χρονικά διαστήματα.
  • Με τον τρόπο αυτό ελέγχουμε την πρόοδο του παιδιού. Όλη η επιστημονική ομάδα είναι έτοιμη να αναπροσαρμόζει το όλο πρόγραμμα με βάση τα νέα δεδομένα που θα φέρνει ο επανέλεγχος κάθε φορά.

Τα προγράμματα διορθωτικής αγωγής έχουν ως βασικό τους αντικείμενο :

  1. Τη βελτίωση των ικανοτήτων των παιδιών στο επίπεδο του προφορικού και γραπτού λόγου όπως:
    • ανάπτυξη φωνολογικής επίγνωσης
    • ανάγνωση
    • κατανόηση
    • προφορική και γραπτή απόδοση κειμένου
    • ορθογραφία
    • αντιγραφή
    • αυθόρμητη γραφή
    • αριθμητική
    • γραφοκινητικές δεξιότητες
  2. Στη διδασκαλία στρατηγικών και τεχνικών που βοηθούν το παιδί να αναπτύξει δεξιότητες όπως
    • αποκωδικοποίηση των πληροφοριών
    • κατηγοριοποίηση των πληροφοριών
    • ανάκληση των πληροφοριών που σχετίζονται με τη μάθηση
  3. Στην εύρεση και ενίσχυση των υπαρχουσών ικανοτήτων και δεξιοτήτων του παιδιού ώστε να χρησιμεύσουν ως βάση για την ενίσχυση της αυτοεικόνας και της ψυχολογίας του παιδιού.