Δυσλεξία σε Γυμνάσιο και Λύκειο
Με τον όρο μαθησιακές δυσκολίες, εννοούμε άτομα τα οποία δυσκολεύονται να μάθουν μέσω της γραπτής ή προφορικής γλώσσας, χωρίς να υπάρχει κάποιο τραύμα ή νοητική-πνευματική καθυστέρηση. Είναι μία απόκλιση μεταξύ ενός υψηλού αποτελέσματος στα τεστ νοημοσύνης και των χαμηλών αποτελεσμάτων στα τεστ ανάγνωσης/ορθογραφίας.
Αφού το παιδί με δυσλεξία έχει αξιολογηθεί από μικρή (συνήθως) ηλικία και έχει αποφοιτήσει από την Πρωτοβάθμια εκπαίδευση και το γνώριμο για έξι χρόνια περιβάλλον, με εναλλακτικούς τρόπους μάθησης, έρχεται εκείνη η «δύσκολη» ώρα για την είσοδο του στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το Γυμνάσιο. Και τότε τι; Άγχος και αγωνία κατακλύζουν το μυαλό του, όχι μόνο για το νέο σχολείο, αλλά και για την αντιμετώπιση που θα έχει από τους εκπαιδευτικούς του.
Ως εκπαιδευτικοί, οφείλουμε να προσεγγίσουμε τόσο εκπαιδευτικά, όσο και συναισθηματικά το νέο μας μαθητή και να αποτρέψουμε οποιαδήποτε αρνητική στάση μπορεί να έχει το σχολικό περιβάλλον απέναντί του. Η επιτυχής ενσωμάτωση ενός παιδιού με δυσλεξία στο πρόγραμμα Γυμνασίου και Λυκείου, μπορεί να πραγματοποιηθεί με διάφορους τρόπους. Ορισμένοι από αυτούς είναι:
- Να δίνουμε περισσότερο χρόνο στο παιδί με δυσλεξία, κατά τη διαδικασία εκτέλεσης της αυτόνομης εργασίας.
- Η εξατομικευμένη βοήθεια, θα φανεί πολύ χρήσιμη στη διαδικασία της μάθησης του παιδιού, έστω και λίγα λεπτά της διδακτικής ώρας.
- Στο παραπάνω, είναι βοηθητικό αν έχουμε τοποθετήσει διακριτικά το μαθητή σε σημείο κοντά στην έδρα ή τον πίνακα και μπορούμε με μεγαλύτερη ευκολία να βρισκόμαστε κοντά του και να το βοηθάμε.
- Χρησιμοποιούμε πολλά και διαφορετικά χρώματα, εκτός από το κόκκινο στη διόρθωση του γραπτού του. Το κόκκινο χρώμα δύναται να οδηγήσει στη ματαίωση και παραίτηση του παιδιού από την προσπάθεια του.
- Ενθαρρύνουμε συνεχώς οποιαδήποτε προσπάθεια του και ενισχύουμε την αυτοπεποίθηση του για αυτόνομη εργασία.
- Διακριτικά, μπορούμε να σημειώνουμε στο βιβλίο-τετράδιο του, τις ασκήσεις που θέλουμε εμείς να πραγματοποιήσει στο σπίτι, οι οποίες ενδεχομένως και να διαφέρουν από αυτές της υπόλοιπης τάξης.
- Προσαρμοζόμαστε στις ανάγκες του εκάστοτε παιδιού, με ευελιξία.
Οι παραπάνω τρόποι, είναι βοηθητικοί τόσο για τη μάθηση του παιδιού με μαθησιακές δυσκολίες, όσο και για τη συναισθηματική του ενίσχυση και την αποτροπή της ματαίωσης του. Εξάλλου, όπως έχει πει και η Ιταλίδα παιδαγωγός Maria Montessori «Αν το παιδί δεν μπορεί να μάθει με τον τρόπο που το διδάσκουμε, τότε πρέπει να το διδάξουμε με τον τρόπο που μπορεί να μάθει».
Ιφιγένεια Κουτσουμπού Φιλόλογος-Ειδική Παιδαγωγός.