Διδακτική της Ελληνικής Γλώσσας ως Δεύτερη

Διγλωσσία σημαίνει η ικανότητα ενός ατόμου να λειτουργεί και να αποδίδει σε διαφορετικά γλωσσικά περιβάλλοντα. Φυσικά, η γνώση και η χρήση των δύο γλωσσών ποικίλει σε διάφορα επίπεδα και στοχεύει σε διαφορετικούς τομείς, λόγου χάρη : «διγλωσσία» για μορφωτικούς και επαγγελματικούς σκοπούς και «διγλωσσία» για κοινωνική ενσωμάτωση. Η λανθασμένη άποψη ότι η διγλωσσία αποτελεί μειονέκτημα για ένα άτομο έχει απορριφθεί πλέον και μάλιστα τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν, πως η ισορροπημένη διγλωσσία συμβάλλει στην πνευματική ανάπτυξη του ατόμου. Επιπλέον, εμπλουτίζει το γλωσσικό του κώδικα και προσφέρει στο άτομο τη δυνατότητα να βλέπει από διαφορετικές πλευρές άτομα, γεγονότα, καταστάσεις και διαδικασίες.

Βασική αρχή της διγλωσσίας που πρέπει να ακολουθούμε είναι να μην ανακατεύουμε τις δύο γλώσσες, όταν μιλάμε και να μιλάμε στα παιδιά στη γλώσσα που γνωρίζουμε καλύτερα. Η πραγματική επιτυχία ενός δίγλωσσου ατόμου είναι η ανάπτυξη και η βελτίωση των δύο γλωσσών και όχι η ενίσχυση της μίας εις βάρος της άλλης.

Κυρίαρχος στόχος, της διδασκαλίας της Ελληνικής ως Β΄ γλώσσας στους ομογενείς και αλλοδαπούς μαθητές είναι η απόκτηση γλωσσικής επάρκειας τόσο στο επίπεδο του προφορικού λόγου, όσο και στο επίπεδο του γραπτού λόγου σε βαθμό που θα ανταποκρίνονται στις ανάλογες επικοινωνιακές περιστάσεις. Είναι απαραίτητο ο διδάσκων να συνδέσει όσους περισσότερους τομείς της γλωσσικής λειτουργίας είναι δυνατόν και να παραπέμπει τους μαθητές σε πραγματικές καταστάσεις της καθημερινής ζωής. Κάνοντας αναφορά στους τομείς της γλωσσικής λειτουργίας εννοούνται οι παρακάτω: όσο αφορά τον προφορικό λόγο σημειώνεται η ακρόαση/κατανόηση και η έκφραση/ομιλία. Στον γραπτό λόγο συμπεριλαμβάνονται η ανάγνωση, η παραγωγή, το λεξιλόγιο και τα γραμματικοσυντακτικά φαινόμενα. Οι διδάσκοντες αξιοποιώντας τις προϋπάρχουσες γνώσεις των παιδιών στη μητρική τους γλώσσα προχωρούν στη καλλιέργεια-ανάπτυξη της νέας γλώσσας.

Καταλήγοντας, η διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι η εκπαίδευση η οποία αποσκοπεί στην παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους τους ανθρώπους και στην εξάλειψη κάθε είδους διακρίσεων. Απορρέει από την πεποίθηση, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι και από το γεγονός ότι οι πολιτισμικές και γλωσσικές διαφορές εμπλουτίζουν και βελτιώνουν το κάθε άτομο ξεχωριστά. Μέσω της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης όλοι οι μαθητές καθίστανται ικανοί να σεβαστούν και να αγαπήσουν το διαφορετικό, να αναπτύξουν την προσωπικότητα τους όντας ενταγμένοι σε ένα ισότιμο διαπολιτισμικό περιβάλλον και απαλλαγμένοι από ξενοφοβικές και ρατσιστικές ιδέες.

Βιβλιογραφία: « Η διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας», Γιώργος Χ. Ρεπούσης, εκδόσεις Μεταίχμιο, Ιούνιος 2000.

 

Εκπαιδευτικός

Ιωάννα Κοκκινιά

 

 

 

Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση